Για την κρίση, τα σκάνδαλα και τη διαφθορά
της Ζέφης Δημαδάμα
Η αναξιοπιστία της κάθε εξουσίας είναι πλέον πρόδηλη, στα πολιτικά πρόσωπα, στις κυβερνήσεις που έχουν κατασπαταλήσει ασύστολα το δημόσιο χρήμα (αυτό δεν αποτελεί άραγε λεηλασία δημόσιας περιουσίας;), έχουν μετατρέψει τη διαφθορά και την κατάχρηση σε καθημερινή πρακτική. Και μένουν στην ατιμωρησία. Οι νόμοι δεν ισχύουν για όλους.
Εκπρόσωποι της εκκλησίας, προβαίνουν σε αγοραπωλησίες, μετατρέπονται σε μεγαλοεπενδυτές για ίδιον όφελος ενώ διαβιώνουν σε πολυτελή μοναστήρια, και σε αγαστή συνεργασία με την πολιτική εξουσία και υπουργούς, που αν και όφειλαν να προστατεύουν το δημόσιο συμφέρον, «ανταλλάσσουν επενδυτικά σχέδια» σε βάρος της δημόσιας περιουσίας.
Δικαστές ανταγωνίζονται πως θα συγκαλύψουν τα παραπάνω, ακολουθώντας οδηγίες καθοδηγούμενοι ως «παρατρεχάμενοι» της πολιτικής ηγεσίας, απομακρυνόμενοι ακόμη περισσότερο από την ουσιαστική απόδοση της δικαιοσύνης. Η λεγόμενη ‘καθαρή’ δικαιοσύνη αποτελεί πλάνη, όταν κατ’ εντολή ανωτέρων άλλες υποθέσεις θάβονται (π.χ. υποκλοπές, αλλοδαποί κ.λ.π.) και άλλες καθοδηγούνται με προειλημμένες αποφάσεις.
Δεν υπάρχει πυξίδα, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, μόνο αθέτηση υποσχέσεων και υποκρισία. Πως οι νέοι να εμπιστευτούν και ποιους; Όλους αυτούς που επί χρόνια υπηρέτησαν την αναξιοκρατία, την κακοήθεια και τη φαυλότητα;
Η κοινωνική συνοχή διαλύεται. Η μια ομάδα στρέφεται εναντίον της άλλης, με κίνδυνο να επικρατήσει ο νόμος της αυτοδικίας, χωρίς να υπάρχει λογική αλλά δύναμη, ορμή και ένταση.
Αναρωτιέται κανείς αν αυτή η ορμή, η ένταση, η δύναμη θα μπορούσαν να εκφραστούν διαφορετικά. Αν μπορούσαν να εκφραστούν μέσα σε ένα ανθρώπινο, σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα μέσα σε ένα αξιοκρατικό εργασιακό καθεστώς με δυνατότητες και προοπτικές. Οι νέες αυτές δυνάμεις και η κοινωνική δυναμική που εκφράζονται εκρηκτικά είναι καταπιεσμένες κάτω από την ισοπεδωτική άσκηση της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής εξουσίας που χρόνια τώρα τις αγνοεί.
Οι μελλοντικοί κίνδυνοι διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής είναι ορατοί. Ας μην στραφεί όμως η μια αδύναμη κοινωνική ομάδα απέναντι σε άλλη, αλλά ας αρχίσει η αποδόμηση των πολιτικών και των προσώπων, οι οποίοι έχουν ευθύνες για τη μέχρι τώρα φθορά. Ταυτόχρονα, ας ενισχυθούν οι κοινωνικές δυνάμεις, εκείνες οι οποίες υπάρχουν και αγωνίζονται ακόμη σε κάθε χώρο, σε κάθε τομέα:
Εκπρόσωποι της εκκλησίας, προβαίνουν σε αγοραπωλησίες, μετατρέπονται σε μεγαλοεπενδυτές για ίδιον όφελος ενώ διαβιώνουν σε πολυτελή μοναστήρια, και σε αγαστή συνεργασία με την πολιτική εξουσία και υπουργούς, που αν και όφειλαν να προστατεύουν το δημόσιο συμφέρον, «ανταλλάσσουν επενδυτικά σχέδια» σε βάρος της δημόσιας περιουσίας.
Δικαστές ανταγωνίζονται πως θα συγκαλύψουν τα παραπάνω, ακολουθώντας οδηγίες καθοδηγούμενοι ως «παρατρεχάμενοι» της πολιτικής ηγεσίας, απομακρυνόμενοι ακόμη περισσότερο από την ουσιαστική απόδοση της δικαιοσύνης. Η λεγόμενη ‘καθαρή’ δικαιοσύνη αποτελεί πλάνη, όταν κατ’ εντολή ανωτέρων άλλες υποθέσεις θάβονται (π.χ. υποκλοπές, αλλοδαποί κ.λ.π.) και άλλες καθοδηγούνται με προειλημμένες αποφάσεις.
Δεν υπάρχει πυξίδα, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, μόνο αθέτηση υποσχέσεων και υποκρισία. Πως οι νέοι να εμπιστευτούν και ποιους; Όλους αυτούς που επί χρόνια υπηρέτησαν την αναξιοκρατία, την κακοήθεια και τη φαυλότητα;
Η κοινωνική συνοχή διαλύεται. Η μια ομάδα στρέφεται εναντίον της άλλης, με κίνδυνο να επικρατήσει ο νόμος της αυτοδικίας, χωρίς να υπάρχει λογική αλλά δύναμη, ορμή και ένταση.
Αναρωτιέται κανείς αν αυτή η ορμή, η ένταση, η δύναμη θα μπορούσαν να εκφραστούν διαφορετικά. Αν μπορούσαν να εκφραστούν μέσα σε ένα ανθρώπινο, σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα μέσα σε ένα αξιοκρατικό εργασιακό καθεστώς με δυνατότητες και προοπτικές. Οι νέες αυτές δυνάμεις και η κοινωνική δυναμική που εκφράζονται εκρηκτικά είναι καταπιεσμένες κάτω από την ισοπεδωτική άσκηση της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής εξουσίας που χρόνια τώρα τις αγνοεί.
Οι μελλοντικοί κίνδυνοι διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής είναι ορατοί. Ας μην στραφεί όμως η μια αδύναμη κοινωνική ομάδα απέναντι σε άλλη, αλλά ας αρχίσει η αποδόμηση των πολιτικών και των προσώπων, οι οποίοι έχουν ευθύνες για τη μέχρι τώρα φθορά. Ταυτόχρονα, ας ενισχυθούν οι κοινωνικές δυνάμεις, εκείνες οι οποίες υπάρχουν και αγωνίζονται ακόμη σε κάθε χώρο, σε κάθε τομέα:
- Ας αναδειχθούν οι «ενεργές δυνάμεις» σε όλους τους χώρους, ας αναγνωρίσουμε και ας στηρίξουμε τις αξίες της γνώσης, της αξιοπρέπειας, της αξιοπιστίας και αξιοκρατίας
- Ας δοθούν δυνατότητες στη νέα γενιά να αναδείξει τα προβλήματα της, να εκφραστεί, να προβάλλει τα δικά της θέλω, να επαναπροσδιορίσει τους στόχους της να πρωταγωνιστήσει στη δημόσια και ιδιωτική δράση.
- Ας παράγουμε ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες με άξονα τη βιώσιμη ανάπτυξη και στόχο την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων
- Ας υπάρξει επιτέλους ένας εποικοδομητικός διάλογος και ένα «βασικό σχέδιο συνεργασίας» αν όχι η συναίνεση των κομμάτων σε βασικούς τομείς όπως α) η παιδεία, με γενναία χρηματοδότηση, αύξηση των δαπανών, συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα στόχων και μεταρρυθμίσεων, περιοδική αξιολόγηση επίτευξης τους και β) με θέσεις εργασίας και όχι απασχολησιμότητας (συμβάσεις stage, ωρομίσθιοι κ.λ.π.) για τους νέους, με αξιοπρεπείς απολαβές και ωράριο.
- Και ας σταματήσει η ατιμωρησία και η δήθεν ανάληψη «πολιτικών ευθυνών». Οι πράξεις μας, όποιοι και αν είμαστε, έχουν επιπτώσεις οι οποίες σε μια ευνομούμενη πολιτεία αξιολογούνται επί ίσοις όροις.